Αρκετοί άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι η δικηγορία είναι κοστούμια και ταγέρ να κάθονται δεξιά ή αριστερά κάτω από την έδρα ενός δικαστηρίου και ν’ αγορεύουν με πάθος και χρήση βαρύγδουπου λεξιλογίου για το “δίκαιο” του εντολέα τους. Γνωρίζουν αυτό, επειδή αυτό κυρίως προβάλλεται στην κυρίαρχη κουλτούρα. Όσοι όμως εργαζόμαστε ως δικηγόροι, συνήθως γελάμε ή κλαίμε με αυτή την κοινωνική εντύπωση, ανάλογα με τη στιγμή που μας πετυχαίνει κάποιος. Συνήθως αυτή την εντύπωση έχουν όσοι δεν έχουν περάσει ούτε απ’ έξω από κάποιο ελληνικό δικαστήριο. Αν η δικηγορία ήταν παζλ, η παραπάνω εικόνα θα ήταν ένα πολύ μικρό κομμάτι, που θα το τοποθετούσατε αμέσως στη θέση του, επειδή ανήκει στα εύκολα. Όπως οι περισσότερες δουλειές, η δικηγορία δεν είναι ένα πράγμα.

 

   Επειδή είναι ελεύθερο επάγγελμα, ιδίως ως προς την προσαρμογή της άσκησής του στην ιδιοσυγκρασία κάθε μεμονωμένου επαγγελματία δικηγόρου, μπορεί κάποιος να καταλήξει πως η δικηγορία δεν είναι απλώς περισσότερα του ενός πράγματα, αλλά είναι σχεδόν ανάλογη της ποσότητας και της ποιότητας των υφιστάμενων δικηγόρων.

   Το εγγενές πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα του 2024 συνιστά πια κακόγουστο αστείο να διατηρεί ο κόσμος τέτοιες κινηματογραφικές εντυπώσεις για ένα επάγγελμα βαθιά υποβαθμισμένο, υπαμειβόμενο, ισοπεδωμένο, που ασκείται σε συνθήκες ακραίας ασχήμιας, χωρίς κύρος και δεχόμενο βολές πανταχόθεν. Αν γνώριζαν τα έφηβα παιδιά την καθημερινότητα ενός δικηγόρου, εγγυώμαι πως τα μισά δεν θα δήλωναν στο μηχανογραφικό τους καμία Νομική Σχολή της χώρας. Γι’ αυτό χρειάζεται να μιλούν οι δικηγόροι. Να μιλούν για τις καθημερινές ιστορίες του εργασιακού τους βίου, αλλά να μην τις μοιράζονται μόνο με τους συναδέλφους τους, με τη δικαιολογία πως εκείνοι μπορούν να καταλάβουν πιο άμεσα και πιο εύκολα τι σημαίνουν μερικά πράγματα. Χρειάζεται να μιλούν στους ανθρώπους.

   Χρειάζεται να εκπαιδεύσουν τους υπάρχοντες εντολείς τους και τους υποψηφίους στο μέλλον, ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν ότι αυτή η εντύπωση (“μόλις κάποιος μου κάνει κάτι, θα πάρω το δικηγόρο μου να τον διαλύσει στο δικαστήριο και θα εκδικηθώ τον αντίδικό μου νικώντας τον“) είναι σχεδόν πλάνη, εκτός από αντιπαραγωγική και βλαπτική για τα συμφέροντά τους. Όποιος ξέρει λίγα πράγματα από την αγορά και την πιάτσα, μπορεί να σας διαβεβαιώσει ότι στα δικαστήρια κι ο νικητής χαμένος βγαίνει, είτε μπορεί να το αντιληφθεί είτε όχι. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι να λύνονται οι διαφορές των ανθρώπων, ώστε να βγαίνουν όλοι ωφελημένοι (για παράδειγμα, σας παραπέμπω εδώ:  https://foivosxenakis.gr/diamesolavisi/). Ούτως ή άλλως, τα διαζευκτικά σχήματα έχουν υποχωρήσει σήμερα, κανείς δεν είναι ένα πράγμα και κανένα πράγμα δεν έχει μόνο μία ιδιότητα.

   Ας μην αντιλέγει κάποιος το αυτονόητο, πως δηλαδή υπάρχουν διαφορές και υποθέσεις εξ ορισμού προορισμένες να επιλυθούν από δικαστές ή διαιτητές ή οι οποίες μόνο στο δικαστήριο θέλουν οι εμπλεκόμενοι να λυθούν. Δεν αναφέρομαι σε αυτές τις υποθέσεις. Φυσικά, μέρος της δουλειάς μας είναι τα δικαστήρια για όσους εντολείς αυτό αποφασίζουν. Το ζήτημα είναι ποια και πόση ελευθερία μπορεί να προσφέρει ένας δικηγόρος στον εντολέα του, ώστε αυτός να σταθμίσει όλες τις διαθέσιμες επιλογές επίλυσης της υπόθεσής του και να αποφασίσει εμπεριστατωμένα και συνειδητά πώς θα κινηθεί. Οι επιλογές συνήθως είναι περισσότερες της μίας (https://www.propago.gr/mas-afora/koultoura-diamesolabisis/).

   Οι περισσότεροι εν ενεργεία δικηγόροι, ακόμα και αρκετές δικηγορικές εταιρείες, γνωρίζουν, προωθούν κι εφαρμόζουν μόνο την αντιδικία στα δικαστήρια. Δεν γίνεται συμφεροντολογικά αυτό συνήθως ούτε είναι κατακριτέο [περιγραφή κατάστασης είναι], αλλά δεν έχουν εκπαιδευθεί ούτε γνωρίζουν τις υπόλοιπες επιλογές. Κι όπως επισημάνθηκε, η δικηγορία δεν είναι ένα πράγμα. Προς το παρόν, το κράτος συνεχίζει να εκκολάπτει μελλοντικούς δικηγόρους, οι οποίοι θα έχουν προγραμματιστεί να εφαρμόζουν μόνο ένα πράγμα, την ενδοδικαστική αντιδικία. Ως συνήθως, ενώ συμβαίνει αυτό, ταυτόχρονα το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει διακηρύξει πως στόχος είναι η επέλευση ισορροπίας μεταξύ των διαφορών που επιλύονται εξωδικαστικά και όσων επιλύονται στα δικαστήρια. Παρ’ όλα αυτά, σε καμία Νομική Σχολή της χώρας δεν έχει καταστεί υποχρεωτικό μάθημα στον κύκλο σπουδών η εξωδικαστική επίλυση διαφορών και οι συναφείς θεσμοί, όπως η διαμεσολάβηση. Με άλλα λόγια, το κράτος στοχεύει σε δύο πράγματα, αλλά εργάζεται μόνο για το ένα – άρα είναι βέβαιο ότι θα πετύχει και τα δύο!

   Τις περισσότερες ημέρες και ώρες του χρόνου οι δικηγόροι ζούμε στιγμές βγαλμένες από εφιάλτες, βιώνουμε άγχος απ’ αυτό που προκαλεί αυτοάνοσα και ταυτόχρονα προβάλλουμε προς τα έξω μια αστεία κανονικότητα, με την οποία υποκρινόμαστε ότι είμαστε συμφιλιωμένοι. Δεν έχει ιδέα ο κόσμος. Μερικές φορές δεν έχουμε κι οι ίδιοι οι δικηγόροι ιδέα. Αυτό χρειάζεται ν’ αλλάξει.

Φοίβος Ξενάκης, Δικηγόρος & Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Related Posts